lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεύομαι στα ρωσικά

Λέξη:
γεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
дегустировать, отведывать, стоить, доказывать, пробовать, пытать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά γεύομαι, γεύομαι συνόνυμα, γεύομαι μαγεύομαι ιωάννινα, γεύομαι και μαγεύομαι, γευομαι και μαγευομαι θησείο, γεύομαι στα ρωσικά, дегустировать στα ελληνικά
γεύομαι στα ρωσικά