lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλισμός στα γερμανικά

Λέξη:
εξοπλισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (26):
anzug, apparat, armatur, aufputz, aufzug, ausrüstung, ausstattung, equipe, garnitur, gerät, gewand, gruppe, instrument, kleid, kleidung, kostüm, mannschaft, reihe, satz, tracht, versorgung, vorratskammer, vorrichtung, werkzeug, zeug, zubehör
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εξοπλισμός, εξοπλισμός σκι, εξοπλισμός ποδηλάτου, εξοπλισμός ξενοδοχείων & είδη μαζικής εστίασης, εξοπλισμός ξενοδοχείων, εξοπλισμός κουζίνας, εξοπλισμός στα γερμανικά, anzug στα ελληνικά
εξοπλισμός στα γερμανικά