lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλισμός στα λευκορωσίας

Λέξη:
εξοπλισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (18):
абсталяванне, адзеньне, апарат, арматура, аснашчэнне, гарнiтур, група, забеспячэнне, забяспечванне, зборы, машына, нарад, прыбор, прыстасаванне, прыстасоўванне, строі, сукня, убор
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας εξοπλισμός, εξοπλισμός σκι, εξοπλισμός ποδηλάτου, εξοπλισμός ξενοδοχείων & είδη μαζικής εστίασης, εξοπλισμός ξενοδοχείων, εξοπλισμός κουζίνας, εξοπλισμός στα λευκορωσίας, абсталяванне στα ελληνικά
εξοπλισμός στα λευκορωσίας