lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλισμός στα σουηδικά

Λέξη:
εξοπλισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (19):
apparat, arbetslag, armatur, armering, attiralj, dräkt, grej, instrument, kläda, klänning, omgång, sats, ställ, tillbehör, trupp, uppsättning, utrusta, utrustning, utstyr
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά εξοπλισμός, εξοπλισμός σκι, εξοπλισμός ποδηλάτου, εξοπλισμός ξενοδοχείων & είδη μαζικής εστίασης, εξοπλισμός ξενοδοχείων, εξοπλισμός κουζίνας, εξοπλισμός στα σουηδικά, apparat στα ελληνικά
εξοπλισμός στα σουηδικά