lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικαίωμα στα γαλλικά

Λέξη:
δικαίωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
affouage, attribution, bien-fondé, commandement, considération, droit, droite, du, exact, indigénat, intellectuelles, justesse, justice, loi, législation, légitimité, motif, raison, ration, rectitude, vigueur, vrai, équité
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά δικαίωμα, δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, δικαίωμα ψήφου, δικαίωμα υπαναχώρησης από σύμβαση, δικαίωμα υπαναχώρησης, δικαίωμα στην πόλη καμίνης, δικαίωμα στα γαλλικά, affouage στα ελληνικά
δικαίωμα στα γαλλικά