lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σίγουρος στα ισπανικά

Λέξη:
σίγουρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (27):
alguno, autorizado, auténtico, certero, ciertamente, cierto, confidente, consistente, constante, convencido, creíble, definido, fehaciente, fiable, fidedigno, fijo, firme, fuerte, indefectible, infalible, macizo, positivo, salvo, seguro, solvente, sólido, uno
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά σίγουρος, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνώνυμα, σίγουρος στα αγγλικά, σίγουρος γαλλικά, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος στα ισπανικά, alguno στα ελληνικά
σίγουρος στα ισπανικά