lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σίγουρος στα ρωσικά

Λέξη:
σίγουρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (23):
безошибочный, благонадежен, благонадежный, благонадёжный, верный, достоверен, достоверный, единый, крепкий, надежен, надежный, надёжный, некий, некоторый, непогрешимый, непоколебимый, несомненный, один, определен, определенный, определённый, подлинный, положительный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά σίγουρος, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνώνυμα, σίγουρος στα αγγλικά, σίγουρος γαλλικά, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος στα ρωσικά, безошибочный στα ελληνικά
σίγουρος στα ρωσικά