lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σίγουρος στα λευκορωσίας

Λέξη:
σίγουρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
нейкі, троху, трошку, моцны, верагодны, дакладны, пэўны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σίγουρος, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνώνυμα, σίγουρος στα αγγλικά, σίγουρος γαλλικά, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος στα λευκορωσίας, нейкі στα ελληνικά
σίγουρος στα λευκορωσίας