lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεόνασμα στα γερμανικά

Λέξη:
πλεόνασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
exzess, mehr, überfluss, übermaß, zuviel, mehrbetrag, plus, überschuss
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πλεόνασμα, πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, πλεόνασμα του καταναλωτή, πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο, πλεόνασμα παραγωγού, πλεόνασμα ορισμος, πλεόνασμα στα γερμανικά, exzess στα ελληνικά
πλεόνασμα στα γερμανικά