lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεόνασμα στα φινλανδικά

Λέξη:
πλεόνασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά πλεόνασμα, πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, πλεόνασμα του καταναλωτή, πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο, πλεόνασμα παραγωγού, πλεόνασμα ορισμος, πλεόνασμα στα φινλανδικά, ylijäämä στα ελληνικά
πλεόνασμα στα φινλανδικά