lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεύω στα δανική

Λέξη:
ληστεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
plyndre, røve
Σχετικές λέξεις:
δανική ληστεύω, ληστεύω στα δανική, plyndre στα ελληνικά
ληστεύω στα δανική