lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεύω στα αγγλικά

Λέξη:
ληστεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (9):
depredate, pillage, plunder, rape, ravish, rob, rifle, drub, loot
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ληστεύω, ληστεύω στα αγγλικά, depredate στα ελληνικά
ληστεύω στα αγγλικά