lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
ληστεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
грабіць, рабаваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ληστεύω, ληστεύω στα λευκορωσίας, грабіць στα ελληνικά
ληστεύω στα λευκορωσίας