lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεύω στα ιταλικά

Λέξη:
ληστεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
depredare, incantare, rapinare, rapire, saccheggiare, svaligiare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ληστεύω, ληστεύω στα ιταλικά, depredare στα ελληνικά
ληστεύω στα ιταλικά