συγχωνεύω στα αγγλικά συγχωνεύω στα τσεχική συγχωνεύω στα γερμανικά συγχωνεύω στα δανική συγχωνεύω στα ισπανικά συγχωνεύω στα γαλλικά συγχωνεύω στα ιταλικά συγχωνεύω στα νορβηγικά συγχωνεύω στα ρωσικά συγχωνεύω στα σουηδικά συγχωνεύω στα αλβανικά συγχωνεύω στα φινλανδικά συγχωνεύω στα κροατικά συγχωνεύω στα ουγγρική συγχωνεύω στα πορτογαλικά συγχωνεύω στα ρουμανική συγχωνεύω στα πολωνική
συμπέρασμα ένα (2009) απότομος συνώνυμο μεταβολή συνώνυμο κατηγορία ακινήτου