lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγχωνεύω στα ουγγρική

Λέξη:
συγχωνεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
csatlakozik, egyesül, összekapcsol
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική συγχωνεύω, συγχωνεύω συνώνυμο, συγχωνεύω συνώνυμα, συγχωνεύω στα ουγγρική, csatlakozik στα ελληνικά
συγχωνεύω στα ουγγρική