lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγχωνεύω στα τσεχική

Λέξη:
συγχωνεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (28):
družit, fúzovat, míchat, mísit, namíchat, pojit, pomíchat, promíchat, přidat, připojit, sdružit, semknout, seskupit, sestavovat, shromáždit, sjednotit, sloučit, slučitelný, slučovat, slít, smíchat, smísit, smířit, splynout, spojit, spojovat, spřáhnout, svázat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική συγχωνεύω, συγχωνεύω συνώνυμο, συγχωνεύω συνώνυμα, συγχωνεύω στα τσεχική, družit στα ελληνικά
συγχωνεύω στα τσεχική