lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρπάζω στα ισπανικά

Λέξη:
αρπάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (24):
aferrar, agarrar, apañar, aprehender, arrancar, arrebatar, asir, atrapar, captar, capturar, cautivar, coger, contraer, embargar, empuñar, extraer, incautarse, liebre, pescar, pillar, prender, regentar, sujetar, trabar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά αρπάζω, αρπάζω την ευκαιρία, αρπάζω συνώνυμα, αρπάζω πούντα, αρπάζω παραγωγα, αρπάζω ομορριζα, αρπάζω στα ισπανικά, aferrar στα ελληνικά
αρπάζω στα ισπανικά