lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσαρμόζω στα σουηδικά

Λέξη:
προσαρμόζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
anpassa, avpassa, jämka, justare, lämpa, ordna, adaptera, reglera, ställa
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά προσαρμόζω, προσαρμόζω τη δόση μου, προσαρμόζω συνώνυμο, προσαρμόζω συνώνυμα, προσαρμόζω μετάφραση, προσαρμόζω αγγλικά, προσαρμόζω στα σουηδικά, anpassa στα ελληνικά
προσαρμόζω στα σουηδικά