lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γίνομαι στα λευκορωσίας

Λέξη:
γίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας γίνομαι, γίνομαι συνώνυμα, γίνομαι περδίκι, γίνομαι νονά, γίνομαι κουμπάρα, γίνομαι θεός γ. σαββιδάκης feat. κ. τσάβαλου stixoi, γίνομαι στα λευκορωσίας, стаяць στα ελληνικά
γίνομαι στα λευκορωσίας