lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
παίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
весяліць, займаць, пацяшаць, развесяляць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας παίζω, παίζω συνώνυμα, παίζω οικογενεια λεξεων, παίζω με το παιδί μου, παίζω με πλαστελίνη, παίζω με γράμματα και λέξεις, παίζω στα λευκορωσίας, весяліць στα ελληνικά
παίζω στα λευκορωσίας