lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φορτίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
φορτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
зараджаць, набіваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας φορτίζω, φορτίζω στα λευκορωσίας, зараджаць στα ελληνικά
φορτίζω στα λευκορωσίας