lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φορτίζω στα πολωνική

Λέξη:
φορτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
lądować, obciążać, załadować
Σχετικές λέξεις:
πολωνική φορτίζω, φορτίζω στα πολωνική, lądować στα ελληνικά
φορτίζω στα πολωνική