lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκύβω στα λιθουανική

Λέξη:
σκύβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (2):
lenktis, posūkis
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική σκύβω, σκύβω το κεφάλι, σκύβω στα αγγλικά, σκύβω και προσκυνώ το λείψανο σου ελλάδα, σκύβω εκεί κάθε βράδυ, σκύβω english, σκύβω στα λιθουανική, lenktis στα ελληνικά
σκύβω στα λιθουανική