lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απελπισμένος στα νορβηγικά

Λέξη:
απελπισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
desperat, håpløs, hoppløs
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά απελπισμένος, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος στα νορβηγικά, desperat στα ελληνικά
απελπισμένος στα νορβηγικά