lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απελπισμένος στα πορτογαλικά

Λέξη:
απελπισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
desesperado, aventurado, valentona
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απελπισμένος, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος στα πορτογαλικά, desesperado στα ελληνικά
απελπισμένος στα πορτογαλικά