lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απελπισμένος στα σουηδικά

Λέξη:
απελπισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (4):
desperat, håglös, hopplös, ohjälplig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά απελπισμένος, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος στα σουηδικά, desperat στα ελληνικά
απελπισμένος στα σουηδικά