lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απελπισμένος στα αγγλικά

Λέξη:
απελπισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (9):
abysmal, baneful, desperate, forlorn, hopeless, hopelessness, useless, distressful, distressing
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά απελπισμένος, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος στα αγγλικά, abysmal στα ελληνικά
απελπισμένος στα αγγλικά