lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μείωση στα νορβηγικά

Λέξη:
μείωση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
arv, fall, følge, minska, moderasjon, nedgang, nedsettelse, nedslag, prisfall, rabatt, reduksjon, skråning, sluse, tilbakegang
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μείωση, μείωση τριχοφυΐας, μείωση τιμής φυσικού αερίου, μείωση τελών κυκλοφορίας, μείωση συντάξεων 2014, μείωση συντάξεων, μείωση στα νορβηγικά, arv στα ελληνικά
μείωση στα νορβηγικά