lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακυρώνω στα ουγγρική

Λέξη:
ακυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
lemond, törülni, eltörölni, megsemmisít, érvénytelenít, érvényteleníteni, visszavonni, elvisel
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ακυρώνω, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω english, ακυρώνω στα ουγγρική, lemond στα ελληνικά
ακυρώνω στα ουγγρική