lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακυρώνω στα ισπανικά

Λέξη:
ακυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (24):
abolir, abrogar, aguantar, anular, bajar, borrar, cancelar, casar, comportar, consentir, derogar, digerir, enjugar, gastar, invalidar, padecer, raspar, rescindir, resistir, revocar, soportar, sufrir, suprimir, tolerar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ακυρώνω, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω english, ακυρώνω στα ισπανικά, abolir στα ελληνικά
ακυρώνω στα ισπανικά