lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακυρώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
ακυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
kumota, peruuttaa, lakkauttaa, kannattaa, kantaa, kärsiä, pyyhkiä, sietää, suvaita
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ακυρώνω, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω english, ακυρώνω στα φινλανδικά, kumota στα ελληνικά
ακυρώνω στα φινλανδικά