lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δαγκώνω στα ουγγρική

Λέξη:
δαγκώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
harapni, rágni, megharap, megharapni, megcsípni, csípés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δαγκώνω, τον δαγκώνω, δαγκώνω τη λαμαρίνα, δαγκώνω τη γλώσσα μου, δαγκώνω τα χείλη, δαγκώνω στα γαλλικά, δαγκώνω στα ουγγρική, harapni στα ελληνικά
δαγκώνω στα ουγγρική