lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτυπώ στα ουγγρική

Λέξη:
χτυπώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (9):
sebesíteni, betalál, csapkod, kettyenés, ütni, verni, beleüt, elsodor, megütni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική χτυπώ, χτυπώ την πόρτα του θεού, χτυπώ συνώνυμα, χτυπώ στα αγγλικα, χτυπώ ονειροκριτης, χτυπώ νεκροί κι ανοίξτε μου, χτυπώ στα ουγγρική, sebesíteni στα ελληνικά
χτυπώ στα ουγγρική