lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτυπώ στα λιθουανική

Λέξη:
χτυπώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (2):
įžeisti, sužeisti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική χτυπώ, χτυπώ την πόρτα του θεού, χτυπώ συνώνυμα, χτυπώ στα αγγλικα, χτυπώ ονειροκριτης, χτυπώ νεκροί κι ανοίξτε μου, χτυπώ στα λιθουανική, įžeisti στα ελληνικά
χτυπώ στα λιθουανική