διαβεβαιώνω στα αγγλικά διαβεβαιώνω στα τσεχική διαβεβαιώνω στα γερμανικά διαβεβαιώνω στα δανική διαβεβαιώνω στα ισπανικά διαβεβαιώνω στα γαλλικά διαβεβαιώνω στα ιταλικά διαβεβαιώνω στα νορβηγικά διαβεβαιώνω στα ρωσικά διαβεβαιώνω στα σουηδικά διαβεβαιώνω στα λευκορωσίας διαβεβαιώνω στα φινλανδικά διαβεβαιώνω στα κροατικά διαβεβαιώνω στα ουγγρική διαβεβαιώνω στα πορτογαλικά διαβεβαιώνω στα πολωνική διαβεβαιώνω στα εσθονική διαβεβαιώνω στα ρουμανική
σκληρός στα δανική υπουργείο στα ουκρανικά τηλεφωνώ στα δανική διαπράττω στα πορτογαλικά κοράλλι στα φινλανδικά