lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρώω στα πολωνική

Λέξη:
τρώω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
jeść, zjeść, żreć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική τρώω, τρώω τα νύχια μου, τρώω συνώνυμα, τρώω συνέχεια, τρώω ονειροκρίτης, τρώω ξύλο, τρώω στα πολωνική, jeść στα ελληνικά
τρώω στα πολωνική