lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βασιλεύω στα πορτογαλικά

Λέξη:
βασιλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
fiscalizar, governar, imperar, reger, reinar, capitanear, dominar, mandar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά βασιλεύω, βασιλεύω στα πορτογαλικά, fiscalizar στα ελληνικά
βασιλεύω στα πορτογαλικά