lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδεξιότητα στα πορτογαλικά

Λέξη:
επιδεξιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (15):
agilidade, amaro, arte, artificio, capacidade, despachado, destino, destreza, endereço, industria, primor, prática, sobrescrito, soltura, tino
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά επιδεξιότητα, επιδεξιότητα συνώνυμα, επιδεξιότητα ορισμός, επιδεξιότητα με τουσ ανθρώπουσ, επιδεξιότητα με το ποντίκι, επιδεξιότητα στα πορτογαλικά, agilidade στα ελληνικά
επιδεξιότητα στα πορτογαλικά