lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέρηση στα πορτογαλικά

Λέξη:
στέρηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
extravio, merca, perda, pereça
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά στέρηση, υστέρηση συνώνυμα, υστέρηση αγγλικά, στέρηση ύπνου, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση στα πορτογαλικά, extravio στα ελληνικά
στέρηση στα πορτογαλικά