lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαταστασία στα ρωσικά

Λέξη:
ακαταστασία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (12):
беспокойство, беспорядок, ералаш, замешательство, кавардак, нарушение, непорядок, неурядица, развал, суматоха, сумбур, шумиха
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ακαταστασία, ακαταστασία συνώνυμο, ακαταστασία συνώνυμα, ακαταστασία στο σπίτι, ακαταστασία ονειροκρίτης, ακαταστασία αγγλικά, ακαταστασία στα ρωσικά, беспокойство στα ελληνικά
ακαταστασία στα ρωσικά