lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαταστασία στα βουλγαρικά

Λέξη:
ακαταστασία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
хаос, суматоха
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά ακαταστασία, ακαταστασία συνώνυμο, ακαταστασία συνώνυμα, ακαταστασία στο σπίτι, ακαταστασία ονειροκρίτης, ακαταστασία αγγλικά, ακαταστασία στα βουλγαρικά, хаос στα ελληνικά
ακαταστασία στα βουλγαρικά