lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακονίζω στα σουηδικά

Λέξη:
ακονίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
egg, kant, rand, skärpa, slipa, spetsa, vässa
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ακονίζω, πως ακονίζω, ακονίζω το μυαλό μου, ακονίζω συνώνυμα, ακονίζω στα αγγλικα, ακονίζω μαχαίρια, ακονίζω στα σουηδικά, egg στα ελληνικά
ακονίζω στα σουηδικά