lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυαλίζω στα φινλανδικά

Λέξη:
γυαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (12):
helottaa, hohtaa, kajastaa, kiillottaa, kiiltää, kiilua, kumottaa, kuumottaa, loistaa, paistaa, silittää, tasoittaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά γυαλίζω, γυαλίζω στα φινλανδικά, helottaa στα ελληνικά
γυαλίζω στα φινλανδικά