lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυαλίζω στα λιθουανική

Λέξη:
γυαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (2):
blizginti, poliruoti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική γυαλίζω, γυαλίζω στα λιθουανική, blizginti στα ελληνικά
γυαλίζω στα λιθουανική