lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιπλέκω στα φινλανδικά

Λέξη:
περιπλέκω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
hämätä, hämmentää, mutkistaa, sekaannuttaa, sotkea, vaikeuttaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά περιπλέκω, περιπλέκω στα φινλανδικά, hämätä στα ελληνικά
περιπλέκω στα φινλανδικά