lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιπλέκω στα γαλλικά

Λέξη:
περιπλέκω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (9):
compliquer, confondre, embarrasser, embrouiller, enchevêtrer, tripoter, emmêler, entortiller, mêler
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά περιπλέκω, περιπλέκω στα γαλλικά, compliquer στα ελληνικά
περιπλέκω στα γαλλικά