lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττωματικός στα αγγλικά

Λέξη:
ελαττωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (22):
cripple, defective, deficient, disabled, errant, erratic, erroneous, fallacious, fallacy, false, faulty, handicapped, imperfect, incorrect, invalid, lame, malicious, mistaken, unsound, vicious, wrong, wronged
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ελαττωματικός, ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός στα αγγλικά, cripple στα ελληνικά
ελαττωματικός στα αγγλικά