lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδηγώ στα αγγλικά

Λέξη:
οδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (18):
behave, conduce, conduct, direct, drag, drive, go, guide, head, lead, leads, manage, marshal, motor, ride, run, steer, travel
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά οδηγώ, οδηγώ συνώνυμα, οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ ονειροκρίτης, οδηγώ με ασφάλεια, οδηγώ κλίση, οδηγώ στα αγγλικά, behave στα ελληνικά
οδηγώ στα αγγλικά