lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδηγώ στα ουγγρική

Λέξη:
οδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
menni, utazni, ólom, vezetni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική οδηγώ, οδηγώ συνώνυμα, οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ ονειροκρίτης, οδηγώ με ασφάλεια, οδηγώ κλίση, οδηγώ στα ουγγρική, menni στα ελληνικά
οδηγώ στα ουγγρική